Από ανεύρυσμα εγκεφάλου πέθανε μία 30χρονη γυναίκα, που νόμιζε ότι είχε ημικρανία, επί δύο συνεχείς εβδομάδες.
Συγκεκριμένα, η 30χρονη για δύο εβδομάδες είχε πολύ έντονους πονοκεφάλους και νόμιζε ότι ήταν όπως όλες τις άλλες φορές, που ταλαιπωρούνταν από τις ημικρανίες της.
Έπαιρνε πολλά παυσίπονα, αλλά αυτή την φορά δεν βοηθούσαν, καθώς ο πόνος συνέχιζε να είναι δυνατός και επίμονος. Μάλιστα, κάποια στιγμή κατάλαβε ότι δεν βλέπει καλά από το ένα μάτι, έβλεπε την τηλεόραση μισή και νόμιζε ότι οφείλεται και αυτό στον δυνατό πονοκέφαλο.
30χρονη νόμιζε ότι είχε ημικρανία και πέθανε από ανεύρυσμα εγκεφάλου
Ήρθε όμως η στιγμή που κατάλαβε ότι τελικά ο πόνος δεν ήταν συνηθισμένος, αφού ξύπνησε και δεν μπορούσε να κουνήσει ούτε χέρια ούτε πόδια, το στόμα της είχε στραβώσει και το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να βγάζει κάποιες κραυγές.
Το ασθενοφόρο που την παρέλαβε έκανε όσο πιο γρήγορα γινόταν την διαδρομή μέχρι το νοσοκομείο, ωστόσο, ήταν πολύ αργά, καθώς άφησε την τελευταία της πνοή και ήταν μόλις 30 χρονών.
Ένας έντονος πονοκέφαλος μπορεί να είναι ημικρανία, αλλά μπορεί να αποτελεί και ένδειξη για κάτι πολύ πιο σοβαρό, οπότε εάν ο πόνος δεν περνάει, δεν θα πρέπει να τον αγνοούμε ή να προσπαθούμε να τον αντιμετωπίσουμε με παυσίπονα, αλλά να απευθυνθούμε άμεσα σε ειδικό.
Το ανεύρυσμα εγκεφάλου μοιάζει με ένα μικρό μπαλόνι που μπορεί να «σκάσει» οποιαδήποτε στιγμή και η ρήξη του ανευρύσματος αποτελεί επείγουσα κατάσταση. Εάν το ανεύρυσμα έχει σχηματιστεί σε αιμοφόρο αγγείο του εγκεφάλου, η ρήξη συνεπάγεται ότι διαρρέει αίμα στους γύρω ιστούς.
Το ανεύρυσμα δεν γίνεται αντιληπτό εκτός κι αν επέλθει η ρήξη. Εκτιμάται ότι ποσοστό 6-9% του πληθυσμού έχει ανεύρυσμα χωρίς να το γνωρίζει.
Η ρήξη βέβαια δεν συμβαίνει πάντα. Μάλιστα, ακόμη κι αν το ανεύρυσμα εντοπιστεί έγκαιρα, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια εξέτασης (π.χ. μαγνητική ή άλλη απεικονιστική εξέταση), οι γιατροί δεν συνιστούν κάποια θεραπευτική παρέμβαση εκτός κι αν το μέγεθός του είναι αρκετά μεγάλο ή αν ο ασθενής έχει οικογενειακό ιστορικό ρήξης ανευρύσματος.
Το ανεύρυσμα είναι ένα παθολογικό «φούσκωμα» σε μία από τις μεγάλες αρτηρίες του εγκεφάλου. Το «φούσκωμα» αυτό έχει σαθρά τοιχώματα, και κάποια στιγμή μπορεί να σπάσει. Λίγες φορές τα ανευρύσματα του εγκεφάλου οφείλονται σε λοιμώξεις, σύνδρομα ή άλλα αίτια. Στην μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων («σακκοειδή» ανευρύσματα) δεν υπάρχει εμφανής προηγούμενη νόσος υπεύθυνη για την δημιουργία του ανευρύσματος.
Πιθανολογείται πως σε κάποιους ανθρώπους υπάρχουν μικροανωμαλίες εκ γενετής στο τοίχωμα αρτηριών του εγκεφάλου, που με τα χρόνια οδηγούν στην δημιουργία ανευρύσματος.
Παράγοντες που μπορεί να έχουν συμβολή στη δημιουργία αυτή είναι οι γνωστοί αγγειολογικοί παράγοντες κινδύνου (αρτηριακή υπέρταση, υπερχοληστεριναιμία, κάπνισμα κλπ).
Από την στιγμή που ένα ανεύρυσμα εγκεφάλου δημιουργείται, συνήθως μεγαλώνει σταδιακά σε μέγεθος και επίσης μεγαλώνει (αθροιστικά) ο κίνδυνος να σπάσει: π.χ. αν ο κίνδυνος αιμορραγίας είναι 1% ανά έτος, τότε αθροιστικά είναι 10% στην δεκαετία.
Συνηθέστατα το ανεύρυσμα δεν προειδοποιεί πριν σπάσει. Σπανιότερα, μπορεί να υπάρχουν πρόδρομα συμπτώματα που μπορεί να οφείλονται σε «προειδοποιητικές» μικροαιμορραγίες (ασυνήθιστοι πονοκέφαλοι μαζί με εμετό) ή σε πίεση νευρικού ιστού από το ανεύρυσμα (π.χ. διπλωπία ή άλλα ασυνήθιστα νευρολογικά συμπτώματα).
Η κλινική εικόνα της ρήξης του ανευρύσματος συνήθως είναι αιφνίδια και δραματική, γι’ αυτό έχει χαρακτηριστεί «κεραυνός εν αιθρία».
Εάν η ρήξη του ανευρύσματος συμβεί αιφνιδίως, διαρρέει αίμα για μερικά δευτερόλεπτα έως ότου τα αιμοπετάλια σχηματίσουν στο σημείο αιματόπηγμα (θρόμβο). Σε ορισμένους ασθενείς, μερικές ημέρες ή εβδομάδες πριν τη ρήξη παρατηρούνται μικρές «διαρροές» αίματος από το σημείο του ανευρύσματος. Το αίμα που διαρρέει αυξάνει την πίεση εντός του κρανίου και διαταράσσει τη φυσιολογική ροή αίματος προς τον εγκέφαλο.
Ο ασθενής απροειδοποίητα «κεραυνοβολείται» από μια πολύ ισχυρή κεφαλαλγία (πονοκέφαλο) που συνήθως εντοπίζεται στο πίσω μέρος του κεφαλιού και στον αυχένα. Πολλές φορές ο πονοκέφαλος αυτός είναι τόσο ισχυρός και απότομος που αναγκάζει τον πάσχοντα να πέσει κάτω ή να γονατίσει. Ο ασθενής αισθάνεται σαν «κάποιος να ήρθε από πίσω και να κτύπησε το κεφάλι με σφυρί». Σχεδόν πάντα ο ασθενής κάνει και εμετό.
Από κει και πέρα : στις βαρύτερες περιπτώσεις, ποσοστό περίπου 50%, ο ασθενής πεθαίνει επί τόπου πριν προλάβει να φτάσει στο νοσοκομείο. Η εγκεφαλική αιμορραγία είναι μια από τις συχνότερες αιτίες αιφνίδιου θανάτου, δεύτερη μετά τα καρδιαγγειακά επεισόδια.
Η αντιμετώπιση του υπόλοιπου 50% των ασθενών, αυτών δηλαδή που φτάνουν ζωντανοί στο νοσοκομείο, πρέπει να είναι γρήγορη και εξειδικευμένη. Προέχει η θεραπεία του ανευρύσματος για να μην ξανασπάσει, αφού σε ασθενείς που έχουν ήδη αιμορραγήσει ο κίνδυνος δεύτερης αιμορραγίας είναι σοβαρότατος.
– Η διάγνωση της κατάστασης μπορεί να γίνει άμεσα με επείγουσα αξονική τομογραφία (CT) εγκεφάλου που δείχνει την αιμορραγία, και μπορεί επί τόπου να συμπληρώνεται με αξονική αγγειογραφία που θα δείξει και το ανεύρυσμα εγκεφάλου. Συνήθως ακολουθεί και ψηφιακή αγγειογραφία εγκεφάλου (DSA).
– Η θεραπεία του ανευρύσματος για να μην ξανααιμορραγήσει σήμερα συνήθως γίνεται με ειδική ενδαγγειακή τεχνική (μέσα από τα αγγεία με «εμβολισμό», χωρίς ανοικτή επέμβαση). Σε περιπτώσεις που αυτό δεν είναι εφικτό τεχνικά, η θεραπεία γίνεται με κρανιοτομία και μικροχειρουργική επέμβαση.
– Η εντατική θεραπεία σε ειδική μονάδα είναι πολύ σημαντική αφού υπάρχουν σοβαρές επιπλοκές όπως ο «αγγειόσπασμος» (μεθαιμορραγική ισχαιμία) που οφείλονται στην αρχική αιμορραγία και μπορεί να επισυμβούν ακόμα και αν έχει θεραπευτεί το ανεύρυσμα επιτυχώς και έγκαιρα.
Όπως είναι προφανές από τα παραπάνω, το ανεύρυσμα εγκεφάλου θυμίζει «ρώσικη ρουλέτα», γι’ αυτό φυσικά το ιδανικό είναι να γίνει η διάγνωση πριν το ανεύρυσμα αιμορραγήσει τότε που συνήθως δεν έχει δώσει συμπτώματα. Έτσι μπορεί να θεραπευτεί πριν σπάσει. Γι’ αυτό οι νευροχειρουργοί εδώ και χρόνια προτείνουν να γίνεται προληπτικός έλεγχος με μαγνητική αγγειογραφία (ΜRA) εγκεφάλου σε όλον τον πληθυσμό.