Στη διάρκεια της μελέτης διαγνώστηκαν με κάποια αυτοάνοση νόσο 123 άτομα στην ομάδα της βιταμίνης D έναντι 130 στην ομάδα των ωμέγα-3 και 155 στην ομάδα του πλασίμπο, πράγμα που ισοδυναμεί με 22% μικρότερο κίνδυνο για όσους έπαιρναν D και 15% για όσους έπαιρναν ωμέγα-3.
Όταν ελήφθησαν υπόψη μόνο τα τελευταία τρία χρόνια της μελέτης, η ομάδα της βιταμίνης D είχε 39% λιγότερα επιβεβαιωμένα αυτοάνοσα περιστατικά έναντι της ομάδας του πλασίμπο και η ομάδα των ωμέγα-3 10% λιγότερα.
Από κοινού τα συμπληρώματα D και ωμέγα-3 φάνηκε να μειώνουν κατά περίπου 30% την πιθανότητα αυτοάνοσης πάθησης σε σχέση με το πλασίμπο.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι η κλινική σημασία των ευρημάτων τους είναι μεγάλη, «δεδομένου ότι τα συμπληρώματα βιταμίνης D είναι καλά ανεκτά, όχι τοξικά και επιπλέον δεν υπάρχουν άλλες γνωστές αποτελεσματικές θεραπείες που να μειώνουν τα ποσοστά των αυτοάνοσων ασθενειών».
Οι τελευταίες εκδηλώνονται όταν το ανοσοποιητικό σύστημα εσφαλμένα επιτίθεται στα υγιή κύτταρα του σώματος.
Ερωτηματικό παραμένει εάν τα ανωτέρω ενθαρρυντικά αποτελέσματα ισχύουν στον ίδιο βαθμό στους ανθρώπους νεότερης ηλικίας, κάτι που πρέπει να εξεταστεί με περαιτέρω μελέτη. Ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο ακριβώς μέσω ποιου βιολογικού μηχανισμού η βιταμίνη D αποτρέπει μία αυτοάνοση πάθηση, αλλά είναι γνωστό ότι επηρεάζει τη δράση των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος.
Μία πιθανή εξήγηση, σύμφωνα με την δρα Κοστενμπάντερ, είναι ότι η D βοηθά το ανοσοποιητικό σύστημα να διακρίνει ανάμεσα στα κύτταρα του σώματος και σε εκείνα των ξένων μικροοργανισμών, έτσι ώστε να μην επιτίθεται χωρίς λόγο στα πρώτα. Μία άλλη πιθανότητα είναι ότι η D βοηθά να μειωθεί η αντίδραση της φλεγμονής στον οργανισμό.
Οι ερευνητές συμβούλευσαν όσους θέλουν να αρχίσουν να παίρνουν συστηματικά συμπληρώματα βιταμίνης D, να συνεννοηθούν πρώτα με κάποιον γιατρό, επειδή μπορεί να υπάρχουν αντενδείξεις στην περίπτωσή τους.
ΑΠΕ-ΜΠΕ